Η Ελλάδα είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη νησιωτικότητα και ναυτιλία στην Ευρώπη. Η συνοχή των νησιών με την ηπειρωτική χώρα συνεπάγεται υψηλό λειτουργικό κόστος, αλλά και τα έσοδα από τον τουρισμό, την αλιεία και την παραγωγή ενέργειας είναι εξίσου σημαντικά. Δυστυχώς, ο ευκαιριακός τρόπος που αντιμετωπίζονται και οι τρεις παραπάνω παραγωγικοί τομείς, οδηγεί σε μη βιωσιμότητά τους και δημιουργεί κινδύνους για τις επόμενες γενιές. Χρειάζεται ένας συνολικός μακρόχρονος σχεδιασμός και η λήψη μέτρων για την προστασία του κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντος των ελληνικών θαλασσών.
Στήριξη Ακτοπλοΐας
Ο κίνδυνος της αποδρομολόγησης πλοίων, της απόλυσης πληρωμάτων και εν τέλει της μη εξυπηρέτησης των νησιών συνηγορούν στην ανάγκη στοχευμένων παρεμβάσεων επί της λειτουργίας και εκτέλεσης των δρομολογίων. Λόγω της καθίζησης της επιβατικής κίνησης, το 30% του διαθέσιμου στόλου παρέμεινε και παραμένει σε ακινησία, γεγονός που πιέζει σημαντικά τις εταιρίες ως προς τη διατήρηση ναυτολογίων υψηλού κόστους συντήρησης και δημιουργεί αβεβαιότητα για τη διαθεσιμότητα των πλοίων κατά την επόμενη δρομολογιακή περίοδο. Θα απαιτηθεί εκ νέου χρηματοδότηση της ελάχιστης συγκοινωνιακής εξυπηρέτησης βασικών δρομολογιακών γραμμών για την τροφοδοσία και την αδιάλειπτη επικοινωνία των νησιών με την ηπειρωτική χώρα.
Πολιτική Προστασία
Στις νησιωτικές περιφέρειες δεν υπάρχουν υπηρεσίες σε όλα τα νησιά και ιδιαίτερα στα μικρά με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η παρέμβαση, ακόμη και εκεί όπου υπάρχουν Υπηρεσίες, το προσωπικό είναι ελάχιστο και αδυνατεί να επέμβει. Η πρόταση μας είναι, η Περιφέρεια να έχει ρόλο σχεδιαστικό στη πρόληψη και όπου είναι δυνατόν στην αποκατάσταση και οι Δήμοι, που βρίσκονται κοντά στο πρόβλημα και στους ανθρώπους, να έχουν ρόλο εκτελεστικό.
Διαχείριση Υδατικών Πόρων
Τα καθαρότερα ύδατα κολύμβησης δεν ωφελούν μόνο την υγεία και την ευημερία μας, αλλά και την υγεία του περιβάλλοντος. Σε πρόσφατη έρευνα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος η Ελλάδα βρίσκεται ακόμη στις πρώτες πέντε θέσεις με τις χώρες της Ευρώπης που διαθέτουν τα πιο καθαρά νερά.
Το θαλάσσιο περιβάλλον της Μεσογείου, όμως, διαθέτει περιορισμένες δυνατότητες ανανέωσης των υδάτων, πρόβλημα που επηρεάζει την ποιότητα των θαλάσσιων υδάτων. Στις παράκτιες περιοχές μας συναντάμε κακές συνθήκες και υποδομές, στα λιμάνια, σε εγκαταστάσεις παραλαβής πετρελαιοειδών, σε εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων και απορριμμάτων, σε απορρίψεις φορτίων από εμπορικά πλοία, σε τουριστικές εγκαταστάσεις που δεν τηρούν τη νομοθεσία. Αυτές οι κακές πρακτικές, μαζί με την έλλειψη συστηματικών προληπτικών ελέγχων οδηγεί σε σταδιακή αύξηση του επιβαρυντικού φορτίου στις ελληνικές θάλασσες, γεγονός που αναπόφευκτα θα οδηγήσει κάποια στιγμή σε γενική και σημαντική υποβάθμισή τους.
Ο νόμος 4770/2021 προβλέπει την κατάρτιση έως τον Αύγουστο του 2021 της Εθνικής Στρατηγικής για την Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική στο Νησιωτικό Χώρο, αποτελώντας τον «οδικό χάρτη» της χώρας για τις αναγκαίες πολιτικές και χρηματοδοτήσεις προς το νησιωτικό χώρο. Αυτό είναι ένα πρώτο βήμα, αν και ακόμη δεν έχει ξεκινήσει η εφαρμογή του.
Ιχθυοκαλλιέργειες
Σε περιφέρειες της χώρας μας διατυπώνονται αιτήματα για την αύξηση της ιχθυοκαλλιεργητικής παραγωγής, την ίδια στιγμή που εφαρμόζουν απαρχαιωμένες πρακτικές που επιβαρύνουν και υποβαθμίζουν τα παράκτια οικοσυστήματα, την αλιεία, τον τουρισμό, ενώ εντέλει παράγονται αλιεύματα χαμηλής ποιότητας και οι εταιρείες του κλάδου οδηγούνται σε χρεοκοπία.
Η Ελλάδα θα μπορούσε να εφαρμόσει ένα διαφορετικό μοντέλο ιχθυοκαλλιέργειας, βιώσιμο περιβαλλοντικά και οικονομικά, σαν αυτό που ήδη εφαρμόζεται εδώ και δεκαετίες στην ΕΕ με τη μεταφορά των ιχθυοκαλλιεργητικών μονάδων στο ανοιχτό πέλαγος, ή/και σε περιοχές με καλή κυκλοφορία του νερού. Η φέρουσα ικανότητα των ιχθυοπαραγωγών περιοχών θα πρέπει να είναι συμβατή με την πραγματική δυνατότητα του κάθε τόπου και να μην υπολογίζεται με κριτήριο αποκλειστικά τα οικονομικά μοντέλα, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα.
Πλαστική ρύπανση στις ελληνικές θάλασσες
Θεωρείται πλέον δεδομένο ότι, τα θραύσματα και οι ίνες των πλαστικών απορριμμάτων από την διαχρονικά ανεπαρκή διαχείριση των απορριμμάτων, έχουν ήδη εισχωρήσει σε όλα τα επίπεδα των οικοσυστημάτων και της τροφικής αλυσίδας των ελληνικών θαλασσών. Περισσότερο από το 95% των απορριμμάτων που συσσωρεύονται στις ακτές προέρχεται από τον συνεχή και ευρύ διασκορπισμό των απορριμμάτων από τη στεριά και τον μετέπειτα διασκορπισμό τους μέσω των θαλάσσιων ρευμάτων. Έτσι, ακόμα και σε παραλίες απομακρυσμένων και ακατοίκητων νησιωτικών περιοχών παρατηρήθηκαν επίπεδα ρύπανσης ανάλογα με αυτά των ακτών της Αττικής. Η επικίνδυνη πλαστική ρύπανση, που χρόνο με τον χρόνο συσσωρεύεται και διογκώνεται, εισέρχεται στα οικοσυστήματα και την τροφική αλυσίδα και αποτελεί βαρύ τοξικό φορτίο. Τα μικροπλαστικά και τα νανοπλαστικά γρήγορα περνούν στην τροφική αλυσίδα και καταλήγουν και στον άνθρωπο με επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία που ακόμα δεν κατανοούμε πλήρως, ενώ τα απορρίμματά μας ή τα θραύσματά τους καταλήγουν και στις πιο απομακρυσμένες ακτές και βαθιές θαλάσσιες τάφρους.
Ο μόνος τρόπος να αναχαιτιστεί η ρύπανση από τα πλαστικά στις ελληνικές θάλασσες είναι να λειτουργήσει αποτελεσματικά η ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων στην ξηρά και στη ναυσιπλοΐα-αλιεία, να καλλιεργηθεί πανελλαδικά η κουλτούρα της ανακύκλωσης, ώστε εν τέλει να μην ανιχνεύεται ούτε ένα πλαστικό εκτεθειμένο στο περιβάλλον.
Ρύπανση από μη ανελκυθέντα ναυάγια – Η περίπτωση του Sea Diamond
Δέκα τέσσερα χρόνια μετά την βύθιση και εγκατάλειψη του Sea Diamond, το κουφάρι του πλοίου συνεχίζει να διαβρώνεται καθημερινά διαρρέοντας πετρελαιοειδή και άλλες επικίνδυνες – τοξικές ουσίες από το κουφάρι στα θαλάσσια οικοσυστήματα. Το ναυάγιο παραμένει κρεμάμενο επί 14 χρόνια σε χείλος γκρεμού στο βυθό, παρόλο που έχει χαρακτηριστεί ως εγκαταλελειμμένο τοξικό απόβλητο. Σύμφωνα με έρευνα του Πολυτεχνείου Κρήτης, σε ψάρια που συλλέχθηκαν από την περιοχή του ναυαγίου ανιχνεύτηκαν σε πολύ υψηλές συγκεντρώσεις, επικίνδυνα βαρέα μέταλλα όπως ο υδράργυρος και το κάδμιο.
Έπειτα από 14 χρόνια απραξίας, αποδεικνύεται η έλλειψη πολιτικής βούλησης για τη διαχείριση τέτοιων θεμάτων και η κρατική αδιαφορία για το περιβάλλον και την υγεία των πολιτών.
Εφαρμογή της απαγόρευσης της αλιείας με συρόμενα εργαλεία στις περιοχές όπου υπάρχουν κοραλλιογενείς οικότοποι
Οι αρμόδιες αρχές, παρά την κείμενη νομοθεσία, ποτέ δεν προέβλεψαν να χαρτογραφηθούν τα ευάλωτα οικοσυστήματα. Οι κοραλλιογενείς οικότοποι απειλούνται από την ρύπανση και την κλιματική αλλαγή με μη αναστρέψιμη καταστροφή, καθώς χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερα αργό ρυθμό ανάπτυξης (<1 mm / έτος), ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι σύμφωνα με παλαιότερη έρευνα κάποιοι από τους κοραλλιογενείς οικοτόπους του Αιγαίου ξεπερνούν τα 7.500 χρόνια σε ηλικία.
Συνεπώς η χαρτογράφηση και η παρακολούθηση τους αποτελεί επιτακτική ανάγκη σε όλη τη Μεσόγειο και κυρίως στην Ελλάδα για να μπορέσει να εφαρμοστεί η ήδη υπάρχουσα νομοθεσία για την προστασία τους και να δοθεί ένα τέλος στην αλόγιστη καταστροφή τους.
Αιολικά Πάρκα στα νησιά
Το κλίμα στα νησιά της Ελλάδας και ιδιαίτερα αυτά του Αιγαίου πελάγους χαρακτηρίζεται από τους συχνούς –σχεδόν σταθερούς- ανέμους σχεδόν καθ΄ όλη την διάρκεια του έτους, έχουν δηλαδή υψηλό αιολικό δυναμικό. Για το λόγο αυτό υπάρχει μεγάλη πίεση για την εγκατάσταση αιολικών πάρκων, γεγονός κατ΄αρχάς θετικό για την ενεργειακή αυτονομία των νησιών και την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής.
Εδώ όμως προκύπτουν δύο προβλήματα. Το ένα είναι η μη διασύνδεση των περισσότερων νησιών με την ηπειρωτική Ελλάδα και αυτό περιορίζει την αποδοτικότητα των Ανεμογεννητριών (Α/Γ). Το δεύτερο είναι ότι, η σχεδιαζόμενη εγκατάσταση ανεμογεννητριών (Α/Γ) αδιακρίτως σε αρχαιολογικούς χώρους, προστατευόμενες περιοχές Natura 2000 και παραδοσιακά χωριά και σε κάθε νησί, μπορεί να επηρεάσει οπτικά το τοπίο τους και να έχει επιπτώσεις στα μορφολογικά και κλιματολογικά στοιχεία τους. Κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή και πριν την λήψη οποιασδήποτε απόφασης πρέπει να προηγούνται ουσιαστικές Μελέτες Περιβαλλοντικών και Κοινωνικών Επιπτώσεων, η διαβούλευση με την τοπική κοινωνία καθώς και ο υπολογισμός της Φέρουσας Ικανότητας κάθε περιοχής.
Μια λύση που μπορεί να ικανοποιήσει και τις δύο απαιτήσεις, φαίνεται να είναι οι πλωτές ανεμογεννήτριες. Υπάρχουν περιοχές στο κεντικό και βόρειο Αιγαίου, νοτιοδυτικά των Κυκλάδων, βόρεια και νότια της Κρήτης, όπου οι αποστάσεις από κατοικημένες ακτές είναι αρκετά μεγάλες για να μην επηρεάζεται η θέα προς τη θάλασσα και είναι αρκετά μεγάλες για να καλύψουν όλες τις ενεργειακές ανάγκες της νησιωτικής και παράκτιας Ελλάδας για πολλές δεκαετίες. Αν και οι off-shore ανεμογεννήτριες είναι σήμερα ακριβότερες από τις επίγειες, η τεχνολογική εξέλιξη μειώνει συνεχώς τη διαφορά κόστους που στη χώρα μας είναι ήδη μικρότερη από ότι σε χώρες με χαμηλές υψομετρικές διαφορές. Και αυτό γιατί η εγκατάσταση Α/Γ σε κορυφογραμμές και δύσβατα βουνά (περίπτωση της Ελλάδας) είναι πολύ ακριβότερη και βλαπτικότερη για το περιβάλλον από ότι σε καλλιεργούμενες πεδιάδες, όπως είναι συνήθως στην Ευρώπη.